Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020

Οι πολύπαθοι τρεις Ιεράρχες


Καλή, λοιπόν, η τιμή των τριών ιεραρχών, όπως αυτή που κάναμε σήμερα, αλλά όλοι μας γνωρίζουμε πως δεν αρκεί. Τιμή των αγίων σημαίνει μίμηση της πράξης τους. Και αυτοί οι τρεις άγιοι δεν μίλησαν μόνο με λόγια, αλλά περισσότερο και κατεξοχήν με πράξεις.
Επρόκειτο για τρία αρχοντόπουλα τα οποία μεγάλωσαν σε πλούσιες οικογένειες και χάρη σε αυτή την οικονομική τους άνεση μπόρεσαν και σπούδασαν εκείνη την εποχή. Χρησιμοποίησαν τον πλούτο για μόρφωση και μετά τον χάρισαν όλο στους φτωχούς. Εκτός από τον πλούτο χάρισαν και τον εαυτό τους στον Θεό και τους ανθρώπους. Υποστήριξαν τον άνθρωπο σε όλες τις ανάγκες του, με πράξεις όχι με λόγια. Οραματίζονταν μια κοινωνία δίχως ιδιοκτησία, δίχως φτώχεια και πόνο, και αυτό πάλεψαν να το δούνε να γίνεται πραγματικότητα μέχρι το τέλος της ζωής τους.
Κοινή η πράξη τους, κοινό και το τέλος τους. Ο Μέγας Βασίλειος πεθαίνει στα 49 του κάτω από το βάρος του αγώνα του για τους ανθρώπους. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος πεθαίνει αυτοεξόριστος και ο Ιωάννης Χρυσόστομος στις κακουχίες της δικής του εξορίας. 
Ξεκίνησαν πλούσιοι, πέθαναν φτωχοί, φορώντας μόνο το τριμμένο ράσο τους, άδειοι από χρήματα και δόξα, γεμάτοι όμως από αγάπη για όλους και για τον Θεό. Η πράξη των πιστών του Χριστού είναι απλή μα και δύσκολη. Πρέπει να χάσεις ελεύθερα τον εαυτό σου αν θες να τον βρεις πραγματικά. Διαφορετικά η γιορτή των αγίων - του κάθε αγίου - καταντάει ένας τύπος, μερικές φορές και ένα είδωλο, χωρίς καμιά ουσία. Δίνουμε ζωή στους αγίους μέσα από τη ζωή μας, αλλιώς τους έχουμε νεκρούς, όσο κι αν αυτοί ζούνε μέσα στο Θεό ως αθάνατοι. 

Χρήστος Γκουνέλας
Θεολόγος

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2020

76 Πρωτοχρονιές, νοσταλγία, μνήμες και σκέψεις γενεθλίων και ζωής


Άποψη του χωριού μου Κρανιά Ελασσόνας, στη δεκαετία του 1960. Η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου και το μεγάλο δημοτικό σχολείο όπου φοίτησα (1951-1957).

Από τον Χρίστο Ζαφείρη συνταξιούχο δημοσιογράφο, φιλόλογο,

Την Πρωτοχρονιά του 1945, λίγο μετά τα μεσάνυχτα, μ’ έφερε η μάνα μου στον κόσμο. Ήμουν το τέταρτο από τα εφτά παιδιά της, που επιβιώσαμε όλα παρά τις ταλαιπωρίες εκείνων των χρόνων ως πρόσφατα που έκοψε τον κρίκο της αλυσίδας μια αδερφή μας. Με γέννησε χωρίς μαμή, με τη βοήθεια μόνο της μάνας της, της αγαπημένης μου γιαγιάς Κατίνας (της ‘μάνας της τρανής’, όπως την φωνάζαμε). Ήταν μια φυσιολογική γέννα, όπως γεννήθηκαν τα νεογέννητα αρνάκια που βέλαζαν δίπλα της στο μαντρί. Όταν την έπιασαν οι πόνοι, ο πατέρας μου πήρε το μουλάρι και πήγε να φέρει την πρακτική μαμή, την Αμπατζού, που έμεινε κι αυτή σε στάνη στην άλλη πλευρά του βουνού. Τα πολλά χιόνια όμως, που είχαν κλείσει με ανεμοσούρια το μονοπάτι, τον ανάγκασαν να επιστρέψει άπραγος.