Σάββατο 4 Ιουλίου 2020

Πίστη ή επιστήμη;

Του Χρήστου Γκουνέλα

Πρόκειται για ένα διαζευκτικό ερώτημα (ψευδές για κάποιους, αληθινό για άλλους, υπαρκτό ωστόσο) το οποίο αναδύθηκε έντονα και πάλι κατά την περίοδο της πανδημίας που διανύθηκε και διανύουμε. Ένα παλιό ερώτημα που, σε διάφορες περιόδους, η επιλογή του ενός ή και των δύο μαζί ήταν ικανή να σε οδηγήσει στον θάνατο.

Πάντα ο άνθρωπος είχε την ροπή να οχυρώνει τον εαυτό του από τους φόβους του (και να εγκλωβίζεται τραγικά με αυτούς στο οχυρό του) και ειδικά αυτόν του θανάτου πίσω από τεχνητές βεβαιότητες. Χωρίς τη σκέπη του ειδώλου ένιωθε (και νιώθει) γυμνός. Πρόκειται ουσιαστικά για μια επίπλαστη ή όχι (αναλόγως την οπτική γωνία θέασης του καθενός) μορφή αθανασίας. Όλα τα κοσμο-είδωλα από τη στιγμή που ο άνθρωπος κατέκτησε την αυτοσυνειδησία του είχαν να κάνουν με τους φόβους του. Άρχισε με το κοσμοκεντρικό κοσμοείδωλο, πέρασε στο θεοκεντρικό και κατόπιν στο ανθρωποκεντρικό/ατομοκεντρικό. Σήμερα τείνει - μάλλον ζει ήδη - στο τεχνολογοκεντρικό και οικονομοκεντρικό το οποίο πέρα από τα καλά φέρει μαζί του οδυνηρές συνέπειές και σύγχρονες μορφές δουλείας. Δυστυχώς, ποτέ το ανθρώπινο γένος δεν έζησε την ευαγγελική πρόταση της θεανθρωπίας, τουλάχιστον σε τέτοια καθολικότητα, όπως όλα τα παραπάνω. Αυτή βιώθηκε και βιώνεται μάλλον ως εξαίρεση. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, ο άνθρωπος είτε τον κόσμο (συμπαντικές φυσικές δυνάμεις) έβαζε μπροστά, είτε τον Θεό είτε τον άνθρωπο, τον αυτόνομο εαυτό του, αυτό που προσπαθούσε να επουλώσει ήταν οι φόβοι του. Κάθε κοσμοείδωλο είχε τα θετικά του και τα αρνητικά του και οδηγούσε σε ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής. Η εμμονή στο ένα κοσμοείδωλο ή στο άλλο, από τη στιγμή που όλα υπήρχαν και υπάρχουν ενώπιόν μας (ειδικά από τον Μεσαίωνα και μετά), δημιουργεί σωρεία στρεβλώσεων, οι οποίες έχουν άμεσο αντίκτυπο στη ζωή μας και το φυσικό περιβάλλον. Ειδικότερα στην Ελλάδα, θα έλεγα, είναι περισσότερο έντονη και φανερή η ξεχωριστή εμμονή στα διάφορα κοσμοείδωλα. Αυτό ίσως γίνεται επειδή έχουμε μέσα μας τα τρία κοσμοείδωλα, τα οποία αντιπροσωπεύουν αντίστοιχα τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, τον λεγόμενο βυζαντινό χριστιανικό πολιτισμό και τον νεότερο ελληνισμό, τον μετά την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό, με έντονα τα προτάγματα του Διαφωτισμού. Το γεγονός αυτό μας κάνει να χωριζόμαστε (αλλά και να μας χωρίζουν) σε χαρακώματα και να δημιουργούμε ποικιλία ιδεολογημάτων (πολιτικών, θρησκευτικών, κοινωνικών κ.ά). Ωστόσο, αντίθετα, η ύπαρξη και των τριών κοσμοειδώλων στην ελληνική κοινωνία θα μπορούσε να λειτουργήσει και ως πρόκληση για σύνθεσή τους. Αυτό όμως απαιτεί από όλους μας γενναιότητα αυτογνωσίας και άνοιγμα του ενός προς τον άλλο, αλληλοπεριχώρηση χωρίς όμως σύγχυση (χαλκηδόνια θεολογία). Δύσκολο, όντως, εγχείρημα. Ακροβασία σε τεντωμένο σχοινί. Αλλά, από την άλλη πλευρά, και το να μπαίνει συνεχώς το πρόβλημα κάτω από το χαλί, είναι σχεδόν σίγουρο πως θα το βρούμε (και το βρίσκουμε διαρκώς) μπροστά μας με πολλούς τρόπους.

Κάποιοι βιάστηκαν να πουν ότι η οικονομική κρίση και τώρα η κρίση της πανδημίας θα μας αλλάξουν ως ανθρώπους και θα ιεραρχήσουμε σωστότερα τα πράγματα. Θα μπορούσε να γίνει αυτό. Νομίζω όμως ότι εν πολλοίς τα κάθε είδους ιδεολογικά και ατομικιστικά χαρακώματα έγιναν βαθύτερα, το ίδιο και οι χαρακιές στην ελληνική κοινωνία.

Και για να επανέλθω στο ερώτημα του τίτλου του κειμένου,  μετά τα παραπάνω, νομίζω, αναγκαία. Κατά τη γνώμη μου, δεν μπορεί να υπάρξει πίστη χωρίς επιστήμη (και αντίστροφα), όπως δεν γίνεται να υπάρξει παρελθόν και μέλλον χωρίς παρόν (και αντίστροφα), γνώση χωρίς αγνωσία (και αντίστροφα), λόγος χωρίς αλογία (και αντίστροφα), ενθάδε χωρίς επέκεινα (και αντίστροφα), σάρκα χωρίς πνεύμα (και αντίστροφα), ζωή χωρίς θάνατο (και αντίστροφα). Στο τελευταίο ειδικά, ας θυμηθούμε και το: «θανάτῳ θάνατον πατήσας». Όλα τα παραπάνω ζεύγη και πολλά άλλα ακόμη, όσα θέλει να προσθέσει κάποιος, υπάρχουν όχι για να μας χωρίζουν, αλλά αντίθετα να μας ενώνουν, αφού και αυτά διακρίνονται μεν, άλλα ταυτόχρονα αλληλοπεριχωρούνται. Εδώ ανήκει η θεανθρωπία ως ιστορική πρόταση ζωής, όπως φανερώθηκε στο πρόσωπο του Χριστού. Όλα (είναι ανάγκη να) συνυπάρχουν στην ανθρώπινη ιστορία. Έτσι, όταν η επιστήμη γίνει βεβαιότητα, κλεισμένη στον ειδωλικό εαυτό της, τότε τρέπεται σε ιδεολογία (ή μια νέα ιδιότυπη θρησκεία). Το ίδιο και η πίστη, όταν γίνει βεβαιότητα τρέπεται σε θρησκεία (ή ιδεολογία). Είτε έτσι είτε αλλιώς, αυτό που χάνεται με τις κάθε είδους μη πορώδεις βεβαιότητες και σχάσεις μας είναι η δυναμική της αβεβαιότητας και μέσα σε αυτήν το πλέον οντολογικά αβέβαιο όν: ο άνθρωπος. Η ειδωλική βεβαιότητα μπορεί να σου δίνει πρόσκαιρη αθανασία, αλλά πληρώνεται με το πολυτιμότερο αγαθό του ανθρώπου: την ελευθερία. Αυτό εννοούσε ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας όταν έγραφε πως, αν αφαιρέσουμε από τον άνθρωπο την ελευθερία παύει πλέον να υφίσταται και ο άνθρωπος. Το είπε ωραία μεταξύ άλλων στην τελευταία ενημέρωση ο καθηγητής, ο επιστήμονας και  (να που το διαζευκτικό «ή» εδώ εκλείπει) άνθρωπος Σωτήρης Τσιόδρας, ο οποίος αγαπήθηκε από όλους μας (άρα μας ένωσε) ακριβώς γι’ αυτό: «Παρέμεινα μαθητής περισσότερο, παρά καθηγητής… Επανέλαβα πολλές φορές αυτό που είναι το μοναδικό δεδομένο στην επιστήμη: η αβεβαιότητα. Η εντιμότητα του να πει κανείς δεν γνωρίζω». Με άλλα λόγια, το σωκρατικό σοφό «ἕν οἶδα, ὅτι οὐδέν οἶδα». Πλέουμε σε νησίδες βεβαιότητας (οι οποίες ενώνονται από κάτω) μέσα σε έναν ωκεανό αβεβαιότητας. Στην εμπειρική γλώσσα της Εκκλησίας αυτό ονομάζεται αποφατισμός (άρνηση της ανθρώπινης βεβαιότητας ως απόλυτης).

Στη νεότερη Ελλάδα έχουμε δυστυχώς πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι είναι βέβαιοι για όλα (ή σχεδόν για όλα). Από πολιτικούς, θρησκευτικούς και άλλους πνευματικούς ηγέτες έως πολλούς απλούς πολίτες. Και αυτό, νομίζω, είναι ένα βαθύ δομικό πρόβλημα της παιδείας και της κοινωνίας μας. Τόσο βαθύ, τελικά, που αληθινά προσωπικά δεν γνωρίζω πως θα μπορούσε να λυθεί. Άλλωστε, πως γίνεται να αγαπάμε τα λεγόμενα του καθηγητή-μαθητή Σωτήρη Τσιόδρα και την ίδια στιγμή να παραμένουμε εν πολλοίς περίκλειστοι στις βεβαιότητές μας;


2 σχόλια:

  1. Εξαιρετικό το άρθρο σας κ. Γκουνέλα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σας ευχαριστώ πολύ, κύριε Καλαμάτα! Καλή δύναμη στο έργο σας! Καλό καλοκαίρι!

      Διαγραφή